Η οικονομική κρίση αρχίζει να έχει μεγάλο αντίκτυπο και στις σχέσεις μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας. Ο περιορισμός των διορισμών εφημερίων, η δέσμευση μεγάλου τμήματος της περιουσίας της Εκκλησίας και η υψηλή φορολόγηση, αποτελούν τις βασικές αιτίες αυτής της δυσαρέσκειας από την πλευρά της Εκκλησίας. Ήδη ορισμένοι μητροπολίτες, σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», δηλώνουν δημόσια ότι είναι ανάγκη να θέσει η ίδια η Εκκλησία το ζήτημα του χωρισμού.
Δεν έχει περάσει αρκετός καιρός που εκπρόσωποι της Εκκλησίας συναντήθηκαν στο Μέγαρο Μαξίμου με τον πρωθυπουργό. Στη συνάντηση αυτή αποφασίστηκε να δημιουργηθούν μεικτές επιτροπές που θα συζητήσουν όλες τις εκκρεμότητες. Δεν είναι λίγοι οι μητροπολίτες που ζητούν πλέον να συζητηθεί, σοβαρά, σε αυτές τις επιτροπές, το ζήτημα των σχέσεων των δύο θεσμών. Όπως πιστεύουν, όσο πιο αποδεσμευμένη είναι η Εκκλησία από το κράτος, τόσο πιο κοντά είναι στην αποστολή της. Ωστόσο, κοινή γραμμή πλεύσης στην Ιεραρχία της Εκκλησίας δεν υπάρχει, καθώς είναι πολλοί που δεν θέλουν να ακούσουν λέξη για αλλαγή.
Ενδεικτικό του κλίματος είναι το γεγονός ότι στην έκτακτη ιεραρχία του Δεκεμβρίου, ο μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος, υπό την πίεση της οικονομικής κρίσης, πρότεινε να αναλάβει τη μισθοδοσία των αρχιερέων η ίδια η Εκκλησία, καταβάλλοντας 600 ευρώ στον κάθε ιερέα, απαλλάσσοντας το Δημόσιο από ένα σημαντικό κονδύλι. Μία πρόταση που όμως, απορρίφθηκε διακριτικά.
Ο μητροπολίτης Δημητριάδος Ιγνάτιος, είναι ένας από τους αρχιερείς που έθεσε δημοσίως, το θέμα των σχέσεων, σε εκδήλωση στο Βόλο, παρουσία εκπροσώπων των τοπικών αρχών και των πολιτικών κομμάτων. «Είναι ανάγκη η Εκκλησία να αποκτήσει αυτονομία και ανεξαρτησία, λειτουργώντας αδέσμευτα από την κρατική μέγκενη». Όπως υποστήριξε, είναι σύμφωνος με την αλλαγή των σχέσεων και της καθιέρωσης ειδικού καθεστώτος που θα απελευθερώνει την Εκκλησιά από τις σημερινές δεσμεύσεις της με την πολιτεία. «Η οικονομική κρίση είναι μία ευκαιρία για την Εκκλησία να σκεφθεί και να αποσείσει από πάνω της την αίσθηση ότι αποτελεί κομμάτι της κρατικής μηχανής, με αποτέλεσμα να ταυτίζεται με την εξουσία. Να αναλάβει το ουσιαστικό της έργο που είναι η διακονία του λαού, συνεχίζοντας να παραμένει ενοποιός δύναμη. Πρέπει να αποκτήσει ίδιες δυνάμεις η Εκκλησία, εν ολίγοις, πρέπει να διαμορφωθούν νέες σχέσεις Εκκλησίας-κράτους».
Ενδεικτικό του κλίματος είναι το γεγονός ότι στην έκτακτη ιεραρχία του Δεκεμβρίου, ο μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος, υπό την πίεση της οικονομικής κρίσης, πρότεινε να αναλάβει τη μισθοδοσία των αρχιερέων η ίδια η Εκκλησία, καταβάλλοντας 600 ευρώ στον κάθε ιερέα, απαλλάσσοντας το Δημόσιο από ένα σημαντικό κονδύλι. Μία πρόταση που όμως, απορρίφθηκε διακριτικά.
Ο μητροπολίτης Δημητριάδος Ιγνάτιος, είναι ένας από τους αρχιερείς που έθεσε δημοσίως, το θέμα των σχέσεων, σε εκδήλωση στο Βόλο, παρουσία εκπροσώπων των τοπικών αρχών και των πολιτικών κομμάτων. «Είναι ανάγκη η Εκκλησία να αποκτήσει αυτονομία και ανεξαρτησία, λειτουργώντας αδέσμευτα από την κρατική μέγκενη». Όπως υποστήριξε, είναι σύμφωνος με την αλλαγή των σχέσεων και της καθιέρωσης ειδικού καθεστώτος που θα απελευθερώνει την Εκκλησιά από τις σημερινές δεσμεύσεις της με την πολιτεία. «Η οικονομική κρίση είναι μία ευκαιρία για την Εκκλησία να σκεφθεί και να αποσείσει από πάνω της την αίσθηση ότι αποτελεί κομμάτι της κρατικής μηχανής, με αποτέλεσμα να ταυτίζεται με την εξουσία. Να αναλάβει το ουσιαστικό της έργο που είναι η διακονία του λαού, συνεχίζοντας να παραμένει ενοποιός δύναμη. Πρέπει να αποκτήσει ίδιες δυνάμεις η Εκκλησία, εν ολίγοις, πρέπει να διαμορφωθούν νέες σχέσεις Εκκλησίας-κράτους».
Όπως διαβάζουμε στο ρεπορτάζ της εφημερίδας «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», ο ριζικός ή εχθρικός χωρισμός θα καταστήσει την Εκκλησία έρμαιο των πιο συντηρητικών δυνάμεων, ενώ δεν πρέπει να αποκλείεται και η εμφάνιση ενός «κόμματος της Εκκλησίας» το οποίο θα καλύψει τις ακραίες τάσεις και φωνές της ελληνικής κοινωνίας.
Ο μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος, σύμφωνος με την αλλαγή του σημερινού καθεστώτος, αναφέρει πως «ο λεγόμενος χωρισμός Εκκλησίας και Πολιτείας είναι ένα σύνθημα που πολλές φορές λειτουργεί αποπροσανατολιστικά και ιδεολογικά. Γιατί, ήδη υφίσταται η διακριτότητα των ρόλων μεταξύ εκκλησιαστικής και πολιτικής διοίκησης σε πολλά θέματα ΄ποως την καθορίζει το άρθρο 3 του Συντάγματος. Εκείνο που μπορεί να γίνει κατά τη γνώμη μου, είναι ότι πρέπει να καταρτισθεί νέο Καταστατικός Χάρτης. Θα έχει λίγα άρθρα και θα καθορίζει τη νομική προσωπικότητα της Εκκλησίας ως Νομικό Πρόσωπο Εκκλησιαστικού Δικαίου και θα δίνει εξουσιοδοτήσεις ώστε η εκκλησία να αυτοδιοικείται, ελεύθερη, βάσει των ιερών κανόνων».
Είναι αλήθεια πως πολλοί ιεράρχες πιστεύουν ότι πρέπει να διοικούν απερίσπαστοι, χωρίς παρεμβάσεις . Ωστόσο, εκείνο που η πλειοψηφία των ιεραρχών δεν συζητεί είναι να σταματήσει το κράτος να πληρώνει τους ιερείς, καθώς όπως λένε, αποτελεί υποχρέωση της πολιτείας που απορρέει από συγκεκριμένη συμφωνία. Είναι κάτι σαν αντιστάθμισμα της περιουσίας που είχε προσφέρει στο παρελθόν η Εκκλησία στο δημόσιο.
Είναι αλήθεια πως πολλοί ιεράρχες πιστεύουν ότι πρέπει να διοικούν απερίσπαστοι, χωρίς παρεμβάσεις . Ωστόσο, εκείνο που η πλειοψηφία των ιεραρχών δεν συζητεί είναι να σταματήσει το κράτος να πληρώνει τους ιερείς, καθώς όπως λένε, αποτελεί υποχρέωση της πολιτείας που απορρέει από συγκεκριμένη συμφωνία. Είναι κάτι σαν αντιστάθμισμα της περιουσίας που είχε προσφέρει στο παρελθόν η Εκκλησία στο δημόσιο.
Την ίδια ώρα παρατηρείται πλήθος παρατυπιών στα μοναστήρια του Αγίου Όρους με τα Ευρωπαϊκά προγράμματα. Το Αγιον Όρος είναι τακτικός πελάτης συγχρηματοδοτούμενων έργων και αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι από το 2000 μέχρι σήμερα οι μονές έχουν απορροφήσει από το Γ’ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης περίπου 0 εκατ. ευρώ. Μαζί και με τις εντάξεις που έχουν γίνει στο ΕΣΠΑ το σύνολο του προϋπολογισμού ξεπερνά τα 100 εκατ. ευρώ.
Σε πολλά «εκκλησιαστικά» έργα, επιβλήθηκαν δημοσιονομικές διορθώσεις λόγω πολλαπλών παρατυπιών που είτε παραπέμφθηκαν στα αρχεία είτε δεν έφτασαν ποτέ στις αρμόδιες εφορίες και δεν επιστράφηκαν τα οφειλόμενα ποσά στο ελληνικό Δημόσιο. Ακόμα, τα μέτρα λιτότητας δεν κατόρθωσαν να «παραβιάσουν» το άβατο των κρατικών χρηματοδοτήσεων στη ήδη πάμπλουτες μονές του Αγίου Όρους, όπως το χριστουγεννιάτικο δώρο που ανήλθε στα 2.250.000 ευρώ –με πράξη του υπουργικού συμβουλίου.
Σε πολλά «εκκλησιαστικά» έργα, επιβλήθηκαν δημοσιονομικές διορθώσεις λόγω πολλαπλών παρατυπιών που είτε παραπέμφθηκαν στα αρχεία είτε δεν έφτασαν ποτέ στις αρμόδιες εφορίες και δεν επιστράφηκαν τα οφειλόμενα ποσά στο ελληνικό Δημόσιο. Ακόμα, τα μέτρα λιτότητας δεν κατόρθωσαν να «παραβιάσουν» το άβατο των κρατικών χρηματοδοτήσεων στη ήδη πάμπλουτες μονές του Αγίου Όρους, όπως το χριστουγεννιάτικο δώρο που ανήλθε στα 2.250.000 ευρώ –με πράξη του υπουργικού συμβουλίου.
πηγή tvxs
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου