
Όλα
έγιναν το απόγευμα της Τετάρτης 22 Μαΐου στη Θεσσαλονίκη, όπου το
παρακράτος βρισκόταν σε παροξυσμό λόγω της προγραμματισμένης
συγκέντρωσης για την ειρήνη με ομιλητή τον ήδη στοχοποιημένο Γρηγόρη
Λαμπράκη.
Ποιος ήταν
Ο
Γρηγόρης Λαμπράκης, πολιτικός και υφηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών,
γεννήθηκε τo 1912 στην Κερασίτσα της Τεγέας όπου έβγαλε το Γυμνάσιο.
Στη συνέχεια σπούδασε στην Ιατρική του Πανεπιστημίου Αθηνών. Από τα
νεανικά του χρόνια είχε ιδιαίτερη κλίση στον κλασικό αθλητισμό και
ανακηρύχτηκε πολλές φορές βαλκανιονίκης στο άλμα εις μήκος. Μάλιστα
κατείχε το πανελλήνιο ρεκόρ του αθλήματος αυτού για είκοσι τρία χρόνια
(1936-1959).
Kατά
την περίοδο της Γερμανοϊταλικής κατοχής έλαβε ενεργό μέροςστην Εθνική
Αντίσταση . Το 1943 ίδρυσε την «Ένωση των Ελλήνων Αθλητών» και
διοργάνωσε αγώνες, από τα έσοδα των οποίων ενίσχυσε τα λαϊκά συσσίτια.
Μετά τις σπουδές του έκανε το διδακτορικό στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας
και αργότερα έγινε υφηγητής της Ιατρικής Σχολής στην έδρα της
Γυναικολογίας. Δραστήριος, παράλληλα διατηρούσε κλινική στην οποία
δέχεται δωρεάν τους φτωχούς.
Τα γεγονότα
Εκείνο το βράδυ ο Λαμπράκης θα μιλούσε σε εκδήλωση που διοργάνωνε στη Θεσσαλονίκη η Ελληνική Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη «ΕΕΔΥΕ».

Το
μποϊκοτάζ είχε ξεκινήσει από το μεσημέρι όταν ξαφνικά -και προφανώς
μετά τις έντονες πιέσεις ενστόλων και παρακρατικών- ο ιδιοκτήτης του
κέντρου «Πικαντίλι» της Αριστοτέλους έκανε πίσω και δεν παραχώρησε την
αίθουσα. Έτσι, τα τοπικά στελέχη της ΕΕΔΥΕ κατέληξαν στην αίθουσα του
Δημοκρατικού Συνδικαλιστικού Κινήματος, Βενιζέλου και Ερμού, για να
πραγματοποιήσουν τη συγκέντρωσή τους.
Ξεκινώντας
η εκδήλωση πλήθος, παρακρατικών και αστυνομικών με πολιτικά είχαν
καταλάβει τα γειτονικά πεζοδρόμια, κραυγάζοντας συνθήματα και
προπηλακίζοντας όσους προσέρχονταν στην αίθουσα για να πάρουν μέρος σε
αυτή. Άλλοι αστυνομικοί, ένστολοι, αν και παρόντες σε μεγάλο αριθμό δεν
λάμβαναν κανένα μέτρο για την αποτροπή των παρακρατικών ενεργειών,
παρά τις διαμαρτυρίες των οργανωτών και του ίδιου του Λαμπράκη, ενός
μέλους δηλαδή του ελληνικού κοινοβουλίου.

Με
το που έφτασε ο Λαμπράκης όρμησαν πάνω του, με την ανοχή των οργάνων
της «εννόμου τάξεως». Το ίδιο έκαναν λίγο μετά και σε έναν άλλο
βουλευτή της ΕΔΑ, τον Γιώργη Τσαρουχά.
Τον
Τσαρουχά τον παρέλαβε ασθενοφόρο αλλά οι παρακρατικοί, εκείνη τη
μοιραία για τον Λαμπράκη βραδιά, κατάφεραν να βγάλουν το φορείο έξω για
να τον χτυπήσουν πιο βαριά στο κεφάλι. Τελικά το ασθενοφόρο αναχώρησε.
Το μοιραίο για εκείνον θα συνέβαινε πέντε χρόνια μετά, όταν βασανίστηκε
άσχημα στις 9 Μαΐου 1968 από τα κρατικά όργανα της Χούντας, με
αποτέλεσμα να φύγει από τη ζωή
Η
συγκέντρωση έχει ολοκληρωθεί. Άπαντες οι παριστάμενοι «γαλονάδες»
είχαν διαβεβαιώσει τον Λαμπράκη ότι τίποτα δεν επρόκειτο να συμβεί.

Ο
Λαμπράκης είχε δεχθεί χτύπημα στο κεφάλι με λοστό και στις 27 Μαΐου,
έπειτα από 99 ώρες στην εντατική, άφηνε την τελευταία του πνοή. Και
μπορεί τα «όργανα της τάξεως» να μην είδαν το τρίκυκλο, αλλά το είδε
και το παραείδε ο «Τίγρης» και δεν έχασε καιρό. Πήδηξε πάνω στο τρίκυκλο
και χτυπώντας τον οδηγό Σπύρο Γκοτζαμάνη και το συνεπιβάτη Μανώλη
Εμμανουηλίδη κατάφερε να τους παραδώσει στην ιστορία! «Τίγρης» ήταν το
παρατσούκλι του 34χρονου πλασιέ Μανώλη Χατζηαποστόλου.
Η μαρτυρία του Μανώλη Εμμανουηλίδη

Ο
Εμμανουηλίδης, που από χρόνια έπασχε από την καρδιά του, και
διατηρούνταν με μία μικρή σύνταξη του ΟΓΑ, πέθανε μόνος στη Β΄
καρδιολογική κλινική του Ιπποκράτειου Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης. Ηταν
αρκετά απρόσιτος τύπος και τα τελευταία χρόνια είχε κόψει εντελώς τις
σχέσεις με τους συγγενείς και τους ελάχιστους φίλους του.
Η
τελευταία συνέντευξη, που παραχώρησε ο Εμμανουηλίδης, ήταν το 1988 στο
Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων και δίνοντας μια συγκλονιστική νέα
διάσταση στις συνθήκες της εκτέλεσης του μαραθωνοδρόμου της Ειρήνης,
είχε δηλώσει ότι «δουλειά της χούντας, ήταν η δολοφονία του Λαμπράκη».
Ο
άλλοτε κατ' επάγγελμα «εθνικόφρων» Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης, που μαζί
με τον μεταφορέα Σπύρο Γκοτζαμάνη είχε κατηγορηθεί και καταδικαστεί σαν
συμμέτοχος στο θάνατο του μάρτυρα της Ειρήνης, στην ίδια συνέντευξη,
δημόσια επέρριψε την ευθύνη στους επίδοξους τότε πραξικοπηματίες για
την οργάνωση και εκτέλεση του εγκλήματος.

«Έριξαν
σε μας όλη την ευθύνη της δολοφονίας, για να σκεπάσουν και να
προφυλάξουν τους πραγματικούς δολοφόνους και τους εγκεφάλους που
οργάνωσαν το έγκλημα», επέμενε ο Εμμανουηλίδης. Προσδιορίζοντας μάλιστα
σαν τον κύριο ένοχο στην οργάνωση και συγκάλυψη της δολοφονίας, τον
τότε υπομοίραρχο της ασφάλειας Δημήτριο Κατσούλη, ένα άτομο με μεγάλη
πράγματι δραστηριότητα στην υπόθεση Λαμπράκη, που όμως, λες και κάποιο
αόρατο ισχυρό χέρι να τον προστάτευε, έμεινε στο απυρόβλητο και δεν
ασχολήθηκε καν με την περίπτωσή του η δικαιοσύνη.
Ο ρόλος του Κατσούλη
«Το
πρωί εκείνο της 22 Μαϊου, μας ειδοποίησε ο Καπελώνης να είμαστε στις 5
το απόγευμα στο 5ο αστυνομικό τμήμα, όπου μας ήθελαν για μια δουλειά.
Μαζευτήκαμε εκεί καμιά διακοσαριά άτομα και σηκώθηκε και μας μίλησε ο
υπομοίραρχος Κατσούλης, λέγοντας πως έπρεπε να πάμε και να εμποδίσουμε
τους κομμουνιστές να κάνουν τη συγκέντρωση για την Ειρήνη και ότι εμείς
θα παριστάναμε τους αγανακτισμένους πολίτες. «Στόχος μας είναι ο
Λαμπράκης», είπε ο υπομοίραρχος πριν διαλυθούμε.

Ο
Κατσούλης, συμμετείχε επίσης με πολιτικά και στην αντισυγκέντρωση
δίνοντας οδηγίες, αν και τη μέρα εκείνη ήταν εκτός υπηρεσίας. Ήταν ένα
πολύ σκοτεινό άτομο. Για τον Κατσούλη έλεγαν έλεγαν ο Μαργαρίτης που
ήταν κουμπάρος του Καπελώνη μαζί με τον Κολωνιάρη κι έναν ακόμη
αξιωματικό: «Πάλι μας τα έκανε μούσκεμα ο Κατσούλης».
Επίσης
για τον Κατσούλη, ο Εμμανουηλίδης πρόσθετε πως απ' ότι είχε μάθει,
ήταν πράκτορας της ΚΥΠ και ο σύνδεσμος μεταξύ ασφάλειας-ΚΥΠ, παίρνοντας
εντολές από τον Καραμπέρη που υπηρετούσε στην ΚΥΠ Θεσσαλονίκης και
μετείχε από τότε στην «Επαναστατική Επιτροπή» που είχε δημιουργηθεί με
επικεφαλής τον επίδοξο ακόμη τότε δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο.
«Είμαι
σίγουρος ότι η παρέα του Παπαδόπουλου οργάνωσε τη δολοφονία,
επιδιώκοντας την αποσταθεροποίηση και την αναταραχή», δήλωνε ο
Εμμανουηλίδης.
Μετά
τη δολοφονία του Λαμπράκη, ο Κατσούλης μετατέθηκε στην Αθήνα, όπου σαν
έμπιστο πρόσωπο τοποθετήθηκε επικεφαλής της φρουράς στη δίκη του
ΑΣΠΙΔΑ, είχε δε δεσμούς με τη χούντα σ' όλη τη διάρκεια της δικτατορίας
και ενεργό ανάμιξη στα γεγονότα του Πολυτεχνείου, όπως είχε αποκαλύψει
ο πράκτορας της ΚΥΠ Πίμπας. Αποστρατεύθηκε για τη δράση του αυτή με το
βαθμό του ταγματάρχη αμέσως μετά τη μεταπολίτευση.

Σύμφωνα
με την εκδοχή που επικράτησε στη δίκη, μόλις ο Λαμπράκης βγαίνοντας
από την αίθουσα όπου γίνονταν η συγκέντρωση των φίλων της Ειρήνης
έφτασε στη γωνία Ερμού – Βενιζέλου - Σπανδωνή, ξεκίνησε την ίδια στιγμή
το τρίκυκλο που μέχρι εκείνη την ώρα ήταν σταματημένο στο τέλος της
οδού Σπανδωνή, σε απόσταση 5 μέτρων. Μόλις το τρίκυκλο έφτασε δίπλα
στον Λαμπράκη, ο Εμμανουηλίδης που ήταν πάνω στην καρότσα τον χτύπησε
με ένα σιδερολοστό στο κεφάλι, έπεσε ο Λαμπράκης και το τρίκυκλο που
οδηγούσε ο Γκοτζαμάνης πέρασε από πάνω του, αποτελειώνοντάς τον.
Ο
Εμμανουηλίδης, ισχυρίζονταν αντίθετα πως όταν το τρίκυκλο έφτασε στη
γωνία, το σώμα του Λαμπράκη ήταν ήδη πεσμένο στο κατάστρωμα του δρόμου
και το τρίκυκλο πέρασε από πάνω του. Αν είναι σωστή αυτή η εκδοχή, τότε
πως βρέθηκε πεσμένος ο Λαμπράκης;
«Μπορεί
κάποιος να τον χτύπησε την ώρα που ο Λαμπράκης διαμαρτύρονταν στην
αστυνομία που άφηνε ανενόχλητους τους τραμπούκους» επέμενε στους
ισχυρισμούς του ο Εμμανουηλίδης. Και δυστυχώς, το μυστικό το πήρε μαζί
του.
fourtounis
Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ
«Σήμερα,
ένα σύμφυρμα κλεφτών, βιαστών, δοσίλογων και κάθε είδους κακοποιών,
εμφανίζεται ως προστάτης κοινωνικών καθεστώτων, ως φύλακας ιερών και
οσίων και ως Κέρβερος του νόμου και της τάξης»
Εισαγγελέας Παύλος Δελαπόρτας
Εισαγγελέας Παύλος Δελαπόρτας
Από την απελευθέρωσή της μέχρι το 1967, η Θεσσαλονίκη, αναδείχθηκε σε αδιαμφισβήτητη πρωτεύουσα των πολιτικών δολοφονιών και των οξύτερων ταξικών συγκρούσεων, κυρίως εξαιτίας της καθαρότητας που είχε η ταξική της διαστρωμάτωση.
Όλες οι πολιτικές δολοφονίες που έγιναν στη Θεσσαλονίκη ήταν προϊόν της συνεργασίας της κρατικής εξουσίας με τον υπόκοσμο, από την οποία γεννήθηκε το παρακράτος, ένας ιδιότυπος «θεσμός» που δραστηριοποιείται πέραν των ορίων της νομιμότητας (με καθοδηγητικά όργανα που απαρτίζονται από κρατικούς αξιωματούχους και εκτελεστικά όργανα που στρατολογούνται από τον υπόκοσμο), και λειτουργεί ως εγγυητής της υφιστάμενης εξουσιαστικής τάξης πραγμάτων.
Η ιστορία κινείται σε δύο επίπεδα: Ένα εμφανές, που το βλέπουν και το ζουν όλοι, και ένα αφανές, γνωστό σε λίγους μυημένους που κινούν τα νήματα της πολιτικής ζωής.
Στο αφανές επίπεδο, η ελληνική ιστορία των δύο πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών σφραγίστηκε ανεξίτηλα από δύο πολιτικές δολοφονίες: Τη δολοφονία του Αμερικανού δημοσιογράφου Τζορτζ Πολκ στις 8 Μαΐου 1948 και τη δολοφονία του Έλληνα βουλευτή της Αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη στις 22 Μαΐου 1963.
● Η δολοφονία του Πολκ σηματοδότησε την αρχή μιας διεργασίας που οδήγησε στην εμπέδωση της αμερικανοκρατίας και του μετεμφυλιακού κράτους του τρόμου στην Ελλάδα.
● Η δολοφονία του Λαμπράκη σήμανε την έναρξη της διαδικασίας του ξεφτίσματος αυτού του καθεστώτος υποτέλειας και καταπίεσης.
● Η δολοφονία του Πολκ καθόρισε το πολιτικό κλίμα μέσα στο οποίο διαμορφώθηκε η πρώτη μεταπολεμική γενιά.
● H δολοφονία του Λαμπράκη προσδιόρισε την πολιτική της ενηλικίωση.
Στις 22 Μαΐου 1963, ο Γρηγόρης Λαμπράκης, 51 ετών, υφηγητής της ιατρικής, βαλκανιονίκης, μαχητικός ειρηνιστής και ανεξάρτητος βουλευτής της Αριστεράς, δολοφονήθηκε στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, με την εναρμονισμένη δράση του κράτους, του παρακράτους και του υποκόσμου.
Κατά τις 100 ώρες του ψυχορραγήματος του Γρηγόρη Λαμπράκη στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, ο ελληνικός λαός ξεπέρασε τους φόβους που του καλλιεργούσε μεθοδικά επί 15 χρόνια η συνδυασμένη δράση των ορατών συνταγματικών και των αόρατων εξω-συνταγματικών κέντρων εξουσίας: Της αμερικανικής πρεσβείας, του υποτελούς «ελληνικού» κράτους και του παρακράτους.
Εκείνες τις ώρες, που βιώθηκαν ως «στιγμή της αλήθειας», η ελληνική κοινωνία συνειδητοποίησε ότι μπορούσε να διεκδικήσει κάποια στοιχειώδη δικαιώματα στη ζωή και την ελευθερία, ενάντια στο πολύμορφο πλέγμα των αμερικανοκρατούμενων θεσμών και μηχανισμών που επιδίωκαν να την καθηλώσουν στο ρόλο μιας τριτοκοσμικής αποικίας. Κάτω από την επίδραση αυτής της συλλογικής συνειδητοποίησης, ήταν φανερό ότι οποιαδήποτε τρομοκρατική δράση του κράτους και του παρακράτους, θα αναβίωνε γεγονότα παρόμοια μ’ αυτά του Μάη του 1936.
Η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη πυροδότησε εσωτερικές πολιτικές διεργασίες που καθιστούσαν αδύνατη τη συνέχιση της ύπαρξης του ιδιότυπου ημιφασιστικού αυταρχικού μετεμφυλιακού κράτους, το οποίο εξασφάλιζε τον αποικιακό έλεγχο της χώρας από τις ΗΠΑ. Μέσω αυτών των διεργασιών, η ελληνική κοινωνία διεκδίκησε το ξεπέρασμα των συνεπειών του εμφυλίου πολέμου (που της επέβαλαν οι «προστάτες» της) και τον εκδημοκρατισμό της. Και η Ουάσινγκτον απάντησε με την καταφυγή στην ανοικτή στρατιωτική δικτατορία, δοκιμάζοντας το «χιλιανό μοντέλο» σε μια ευρωπαϊκή χώρα, έξι χρόνια πριν να το εφαρμόσει στη Χιλή, με απείρως πιο βάρβαρο και θηριώδες τρόπο.
Οι πρωταγωνιστές του κράτους και του παρακράτους που δολοφόνησαν τον Γρηγόρη Λαμπράκη, είχαν δύο κοινά χαρακτηριστικά που καθόριζαν το βαθμό της ομοιότητας και της αλληλεξάρτησής τους:
1) Όλοι τους σχεδόν είχαν σταδιοδρομήσει στο κλίμα του δοσιλογισμού: Είχαν υπηρετήσει τους κατακτητές και διασώθηκαν από τις ποινικές και ηθικές συνέπειες της προδοσίας τους μόνο χάρη στο γεγονός ότι με ευθύνη των ξένων δυνάμεων και του ελληνικού πολιτικού κόσμου, η Ελλάδα σύρθηκε σ’ ένα ανθρωποβόρο εμφύλιο πόλεμο, από τον οποίο αναδείχθηκε η αμερικανοκρατία ως κυρίαρχο στοιχείο στο διακανονισμό των υποθέσεων του τόπου. Κι’ αυτό είχε ως αποτέλεσμα, να είναι «δικαιωμένο» αφ’εαυτού, οτιδήποτε γινόταν στο όνομα του «αντικομουνισμού».
2) Όλοι τους είχαν αναγάγει την εθνικοφροσύνη σε χρυσοφόρα δραστηριότητα, η οποία τους επέτρεπε να μεταμορφώνουν το προδοτικό και δοσιλογικό παρελθόν τους σε ύψιστη εθνική «προσφορά» και -μέσω του επαγγελματικού αντικομουνισμού- να διασφαλίζουν τα προς το ζην και να μετέχουν στη νομή της εξουσίας σε διάφορα επίπεδα.
Όπως επισήμανε ο αείμνηστος εισαγγελέας Παύλος Δελαπόρτας, κατά την αγόρευσή του στη δίκη των δολοφόνων του Λαμπράκη, το Δεκέμβριο 1966:
Οι μηχανισμοί που δολοφόνησαν τον Λαμπράκη, αποτελούνται «από κατάλοιπα υποπροϊόντων του Χίτλερ, από γιγαντοκύτταρα δοσιλογικής λευχαιμίας... από κακοποιούς διαφόρων βαθμών και ειδών, από ιδεολογικούς σκηνίτες και από άλλους φτωχούς διαβόλους... Από τέτοια κοινωνικά βυθοκορήματα αναμενόταν βοήθεια και σ’ αυτά θα ανατιθόταν σε ώρα κρίσης, η ενίσχυση των Σωμάτων Ασφαλείας και η μεγάλη και άγια υπόθεση «της υπερασπίσεως της Πατρίδος και του Ελληνοχριστιανικού Πολιτισμού παντού, πάντοτε και δι’ όλων των μέσων», κατά τους σκοπούς της οργάνωσης του Γιοσμά που αναγράφονται πίσω από την ταυτότητα του Γκοτζαμάνη... Σήμερα, εδώ, ένα σύμφυρμα κλεφτών, βιαστών, δοσίλογων και κάθε είδους κακοποιών, εμφανίζεται (προς εθνοκαπηλεία και ανομολόγητους ιδιοτελείς σκοπούς) ως προστάτης κοινωνικών καθεστώτων, ως φύλακας ιερών και οσίων και ως Κέρβερος του νόμου και της τάξης. Τι άλλο έπρεπε να περιμένει κανείς απ’ αυτό πλην του ότι θα εξελισσόταν σε κακοήθη νεοπλασία της κοινωνίας;»
Mετά τον πόλεμο και την αναπόφευκτη κατάρρευση της παραδοσιακής αποικιοκρατίας, η ανατέλλουσα αμερικανική νέο-αποικιοκρατία, προκειμένου να επιβάλλει και να εμπεδώσει την κυριαρχία της στη ζώνη της επιρροής της, έπρεπε:
1) Nα εξουδετερώσει τα λαϊκά στρώματα που είχαν χειραφετηθεί μέσα από την εμπειρία της συμμετοχής τους στην Αντίσταση.
2) Nα διαμορφώσει ένα νέο στρώμα ντόπιων αποικιακών διαχειριστών, πράγμα που προϋπέθετε την παλινόρθωση της παλιάς πολιτικής τάξης (που η Αντίσταση είχε βάλει στο περιθώριο), τη χρησιμοποίηση των δυνάμεων που είχαν συνεργαστεί με τους κατακτητές και τη συνεργασία με τον υπόκοσμο.
Στην κατεύθυνση αυτή, μεθοδεύτηκε η συνεργασία των μυστικών υπηρεσιών και του οργανωμένου εγκλήματος, που οι δραστηριότητές τους αλληλο-επικαλύπτονται στ' όνομα της αντιμετώπισης του «κομμουνιστικού κινδύνου». Κι αυτό συντέλεσε στον αμοιβαίο μετασχηματισμό τους:
Μέσα απ’ αυτή τη συνεργασία, το οργανωμένο έγκλημα, πολιτικοποιείται διαμέσου της εξυπηρέτησης πολιτικών στόχων που του τίθενται από τις μυστικές υπηρεσίες (όπως το σπάσιμο των απεργιών, οι βιαιότητες σε βάρος της αριστεράς και η διάπραξη πολιτικών δολοφονιών), και οι μυστικές υπηρεσίες, εγκληματοποιούνται, χρησιμοποιώντας τα μέσα του οργανωμένου εγκλήματος.
Όπως συνέβη κατά την πρώτη μεταπολεμική περίοδο σε όλες τις εξαρτημένες χώρες, έτσι και στην Ελλάδα (που πέρασε εν μια νυκτί από την αγγλοκρατία στην αμερικανοκρατία), η νέα τάξη πραγμάτων οργανώθηκε έχοντας ως πυρήνα της την αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα, γύρω από την οποία ενεργοποιούνταν οι δοτές εξουσίες των Ανακτόρων, της κυβέρνησης (Αλέξανδρος Παπάγος, Κωνσταντίνος Καραμανλής), του κρατικού μηχανισμού, των ενόπλων δυνάμεων, των σωμάτων ασφαλείας, της οικονομίας, της δικαιοσύνης, των μυστικών υπηρεσιών, των παρακρατικών συμμοριών και του υπόκοσμου.
Όλο αυτό το πλέγμα της εξάρτησης και της ανομίας, θρυμματίστηκε στις 22 Μαΐου 1963, με την άνανδρη δολοφονία του ανεξάρτητου βουλευτή της αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη από το σκοτεινό μηχανισμό που συγκροτούσαν τα «κοινωνικά βυθοκορημάτα», η ηγεσία των ενόπλων βραχιόνων του κράτους (χωροφυλακή, αστυνομία, ΚΥΠ, ΛΟΚ) και οι επαγγελματίες φονιάδες της «Επιχείρησης Stay Behind» της CIA, που εξειδικεύτηκε στα καθ’ ημάς ως “Επιχείρηση Κόκκινη Προβιά”.
Κλεάνθης Γρίβας / zougla gr
Δείτε το Βίντεο της ΕΤ1 από την εκπομπή «Σαν σήμερα»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου